Τα στάχια έγειραν το κεφάλι τους κοιτώντας περίεργα το μάρμαρο του μπαλκονιού.
Και το μοσχοσίταρο ξεράθηκε στη ζαρντινιέρα σκορπίζοντας το άρωμά του θαρρείς και τόσον καιρό, γι αυτό μεγάλωνε, για να μας κάνει γνωστή την παρουσία του με τον θάνατό του. Το σινάπι ξέφυγε τελείως και δεν έβλεπε την ώρα να ανταμώσει με το ξύδι και σαν μουστάρδα να μας ξανασυστηθεί
Η πιπερόριζα ποτέ δεν άνθησε και το κρίτταμο με την κάπαρη ποτέ δεν μας καταδέχτηκαν.
-Περήφανα φυτά μου είπε εκείνη..
-Δεν σπαταλούν τη ζωή τους όπως-όπως..
Το παιχνίδι άρχισε όταν πιτσιρίκι εγώ έμεινα με ανοιχτό το στόμα σαν βρέθηκα σ’ ένα μποστάνι λίγο παραέξω απ την Αθήνα॥ Ντράπηκα για την διαπίστωσή μου: Τα καρπούζια δεν φύτρωναν σαν τις πατάτες που από περιέργεια είχα φυτέψει στο μπαλκόνι μας
Εκείνη με κοίταξε με τρόμο στα μάτια της.
Αργότερα κατάλαβα πως ήταν ενοχή.
Τον επόμενο χρόνο άνθησαν θαύματα στίς γλάστρες…μικροσκοπικά.. αλλά θαύματα .. Σε πείσμα του μπετόν και του καυσαερίου
Τα μυστικά θαύματα που μόνο εκείνη ήξερε να κάνει που μου έγιναν κληροδότημα κι αυτά μαζί με παλιές νότες
Σαν μάγος μου φανέρωσε απ το καπέλο της τους μυστικούς κώδικες που αν τους ακολουθήσεις δεν έχεις γυρισμό
Οι δρόμοι τους σε οδηγούν στ αστέρια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου