6/12/15

Γερμανία : Από το 1945 υπό Αμερικανική κατοχή ( 1 )


Της Άννας Μπαλλή

 Γερμανία, μια χώρα υπό κατοχή 

 Μεταξύ πολλών θεμάτων της εποχής μας που θα γίνουν αντικείμενο μελέτης από τους μελλοντικούς ιστορικούς θα είναι και η ανάδειξη της Γερμανίας σε ηγεμόνα της Ευρώπης. Δεν έχει φύγει καλά καλά η γενιά που έζησε τη φρίκη του Β' ΠΠ, η γενιά που αγωνίστηκε κατά του ναζισμού και κατάφερε να τον νικήσει, και η Γερμανία όχι μόνο παρουσιάζεται στη διεθνή σκηνή ισχυρή, αλλά φαίνεται και να ηγεμονεύει τους λαούς που τη νίκησαν.
 Η σύγχρονη Γερμανία έχει κάνει φανερό ότι επιδιώκει τη μετατροπή της Ευρώπης σταδιακά σε μια αυτοκρατορία υπό την απολυταρχική ηγεσία της, τοποθετώντας δικούς της ανθρώπους σε όλες τις θέσεις κλειδιά στην ΕΕ, αλλά και στις κυβερνήσεις και στα ΜΜΕ των χωρών μελών της.

Το πιο περίεργο, θα έλεγε κάποιος, είναι ότι αυτό έγινε με τη βοήθεια των νικητών του Β' ΠΠ, και όχι μόνο καμία από τις κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών κρατών δεν τόλμησε να αμφισβητήσει την ηγεμονία της, αλλά αντιθέτως όλες τη δέχτηκαν αδιαμαρτύρητα.
  Ακόμα και όταν οι λαοί τους διαμαρτύρονται – και δεν είναι λίγοι αυτοί που μιλούν και γράφουν για ένα Δ' Ράιχ, καθώς αισθάνονται ότι με μέσο καταστροφής την οικονομία η Γερμανία επιχειρεί να κερδίσει όσα έχασε διά των όπλων στον πόλεμο.
Για παράδειγμα, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε απαίτησε πολλές φορές απροκάλυπτα τον περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας κρατών μελών της Ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν προβλήματα οικονομίας.

Τι αντιπροσωπεύει, όμως, η χώρα της οποίας ο υπουργός Οικονομικών απαιτεί από τα κράτη της Ευρώπης, στων οποίων την οικονομική εξόντωση συμβάλει η Γερμανία, να παραδώσουν την εθνική τους κυριαρχία;
 Την απάντηση έδωσε ο ίδιος αποκαλύπτοντας ένα επί χρόνια καλά κρυμμένο από τον πολύ κόσμο μυστικό, σε ομιλία του στις 18 Νοεμβρίου 2011 στο Ευρωπαϊκό Τραπεζικό Συνέδριο (European Banking Congress), στο εκθεσιακό κέντρο της Φρανκφούρτης.

Εκεί ηγετικά στελέχη της οικονομίας και της πολιτικής συναντήθηκαν για να συζητήσουν τη διαμόρφωση της μελλοντικής παγκοσμιοποίησης και ο Σόιμπλε δήλωσε μεταξύ άλλων: «Η έννοια της εθνικής κυριαρχίας έχει οδηγήσει την Ευρώπη σε παραλογισμό κατά τους δύο παγκόσμιους πολέμους στο πρώτο μισό του προηγούμενου αιώνα.
Κι εμείς στη Γερμανία από τις 8 Μαΐου του 1945 ουδέποτε ήμασταν ανεξάρτητη χώρα. Αυτό ήταν ήδη σαφές στον Βασικό Νόμο που υπάρχει στην Εισηγητική Έκθεση του 1949».

 Με λίγα λόγια ο Σόιμπλε λέει ότι η «ισχυρή» Γερμανία, εβδομήντα χρόνια από την ήττα της στον Β' ΠΠ, δεν είναι ανεξάρτητη χώρα, στερείται εθνικής κυριαρχίας και εξακολουθεί να βρίσκεται υπό ξένη κατοχή. Και δεν αναφέρει φυσικά τυχαία την ημερομηνία 8 Μαΐου 1945 και τον Βασικό νόμο του 1949.

 Ο Βασικός Νόμος του 1949 

 Στις 8 Μαΐου 1945 οι αρχηγοί των τριών σωμάτων Στρατού, Αεροπορίας και Ναυτικού της Γερμανίας, Φρήντμπουργκ, Κάιτελ και Στρουμφ αντίστοιχα, υπέγραψαν την άνευ όρων παράδοσή τους στους νικητές του Β' ΠΠ.
Πόσοι, όμως, γνωρίζουν ότι, αν και έχουν περάσει σχεδόν εβδομήντα χρόνια από το τέλος του Β' ΠΠ, δεν υπάρχει οριστική Συνθήκη Ειρήνης μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων μερών στις πολεµικές συρράξεις;
 Το γεγονός ότι δεν υπάρχει μέχρι σήμερα συνθήκη ειρήνης σημαίνει, σύµφωνα µε τα άρθρα 53, παρ. 2 και άρθρο 107 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, ότι η Γερμανία εξακολουθεί να βρίσκεται σε πόλεμο µε όλους τους τότε πολεµικούς της αντιπάλους, με τους οποίους υπάρχει μια προσωρινή ανακωχή, η οποία συνεπάγεται διακοπή των εχθροπραξιών, όχι όμως και της εμπολέμου καταστάσεως, η λήξη της οποίας συνήθως επανέρχεται διά της υπογραφής συνθήκης ειρήνης. (Ανάμεσα στις χώρες με τις οποίες η Γερμανία δεν έχει υπογράψει συνθήκη ειρήνης είναι και η χώρα μας.)

Μάλιστα στον καταστατικό χάρτη των Ηνωμένων Εθνών εξακολουθούν να υπάρχουν άρθρα περί εχθρού, (Γερμανία) σύμφωνα με τα οποία ο νικητής μπορεί σε δεδομένη περίπτωση να ενεργοποιήσει τα δικαιώματά του.

 Όπως είναι γνωστό, μετά το διαμελισμό της Γερμανίας το 1948, το δυτικό μέρος της χώρας τέθηκε υπό την κατοχή των τριών Δυτικών συµµαχικών δυνάμεων (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία), με κύρια δύναμη κατοχής τις ΗΠΑ, οι Σοβιετικοί πήραν την ανατολική πλευρά, η περιοχή της Ανατολικής Πρωσίας τέθηκε υπό τη διαχείριση της Πολωνίας και η περιοχή του Καλίνινγκραντ ανατέθηκε επίσης στη Σοβιετική Ένωση.

 Στη Δυτική Γερμανία, ομάδα επιλεγμένων πολιτικών και νομικών προσώπων ανέλαβε στις 23.5.1949 να συντάξει ένα προσωρινό σύνταγμα που ονομάστηκε Βασικός Νόµος (Grundgesetz) και ο οποίος εγκρίθηκε από τις συμμαχικές δυνάμεις κατοχής της Δυτικής Γερμανίας.
Ο Βασικός Νόμος, που γράφτηκε με την καθοδήγηση των αμερικανικών δυνάμεων κατοχής, αφορούσε μόνο τη Δυτική Γερμανία και έπρεπε να έχει προσωρινή διάρκεια και ισχύ μέχρι την ένωση όλων των γερμανικών εδαφών, την υπογραφή της οριστικής Συνθήκης Ειρήνης και τη σύνταξη συντάγματος, το οποίο θα είχε ως βάση του την ελεύθερη βούληση του γερµανικού λαού.

Αυτό εκφράζεται συγκεκριμένα στο τελικό άρθρο 146 του Βασικού Νόμου ως εξής:

«Αυτός ο Βασικός Νόμος χάνει την ισχύ του την ημέρα κατά την οποία ένα σύνταγμα υιοθετημένο από τον γερμανικό λαό με την ελεύθερη βούλησή του θα τεθεί σε ισχύ».

 Το 1990 άνοιξαν τα σύνορα μεταξύ των δύο Γερµανιών, καταργήθηκε ο διαχωρισμός σε Ανατολική και Δυτική και είχαμε την ενοποίηση της Γερμανίας, με εξαίρεση τα εδάφη που είχαν προσαρτηθεί από την Πολωνία και την περιοχή του Καλίνινγκραντ.

Η ένωση επιτεύχθηκε με την υπογραφή της σχετικής συμφωνίας 2+4 της Γερμανίας (Ανατολικής και Δυτικής) με τις ΗΠΑ, τη Σοβιετική Ένωση, τη Μεγάλη Βρετανία και τη Γαλλία. Όμως, ενώ θα έπρεπε αυτόµατα να καταργηθεί και ο Βασικός Νόµος, αυτό δεν συνέβη.
  Αντίθετα, μετά το 1990 η ισχύς του επεκτάθηκε και στην Ανατολική Γερμανία, και ισχύει μέχρι σήμερα αντί συντάγματος, ενώ δεν γίνεται λόγος καν, τουλάχιστον δημόσια, από τις κυβερνήσεις της Γερμανίας για σύνταξη καινούριου συντάγματος που θα τον αντικαταστήσει.
 Και όμως, η γερμανική πλευρά ήταν πολύ ικανοποιημένη.

Το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel έγραψε στις 23 Ιουλίου 1990 ότι η Γερμανία απέφυγε την υπογραφή «Συνθήκης Ειρήνης» με όλες τις εμπόλεμες χώρες για να αποφύγει τον εφιάλτη απαιτήσεων πολεμικών επανορθώσεων από όλους αυτούς που υπέστησαν καταστροφές από τους Γερμανούς.
Με άλλα λόγια, με αυτή τη συμφωνία η Γερμανία επιδίωξε να παρακάμψει την παράγραφο 2 του άρθρου 5 της Συμφωνίας του Λονδίνου.
Στα απομνημονεύματά του ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χανς Ντίτριχ Γκένσερ το επισημαίνει ιδιαιτέρως. Γράφει επί λέξει:
  «Η απαίτηση για Συνθήκη Ειρήνης –την προέβλεπε η Συνθήκη του Λονδίνου (1953)– οριστικά ακυρώθηκε και έτσι απαλλαχθήκαμε επίσης από την έγνοια για απρόβλεπτες απαιτήσεις επανορθώσεων». (Το κατά πόσο αυτό ισχύει πράγματι και για τις χώρες που δεν παρίσταντο και δεν υπέγραψαν τη συμφωνία 2+4 είναι, φυσικά, άλλο θέμα, και η χώρα μας εξακολουθεί να απαιτεί την πληρωμή των πολεμικών αποζημιώσεων που της επιδικαστήκαν από τη Διάσκεψη του Παρισιού το 1946, καθώς και του αναγκαστικού κατοχικού δανείου.)

 Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών 2+4 για την Ένωση που έλαβαν χώρα στο Παρίσι στις 17.7.1990, καθορίστηκαν τα σύνορα της ενωμένης Γερμανίας, με τις περιοχές ανατολικά της γραμμής των ποταμών Όντερ-Νάισε να μένουν εκτός γερμανικού εδάφους. Σχετικά με τον Βασικό Νόμο, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζέιμς Μπέικερ ενημέρωσε τον υπουργό Εξωτερικών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας Χανς Ντίτριχ Γκένσερ, παρουσία και των υπόλοιπων υπουργών των Εξωτερικών, ότι το άρθρο 23 του Βασικού Νόµου που όριζε τον περιορισµό της ισχύος του στα εδάφη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας παύει από την επόμενη µέρα να ισχύει.
Στη συμφωνία της Ένωσης περιέλαβαν τον Βασικό Νόμο µε καινούρια εισαγωγή στην οποία αναφερόταν η επέκταση της ισχύος του Βασικού Νόµου και στα εδάφη της πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, μαζί με αλλαγές σε έξι σηµεία.

 Να υπογραμμίσουμε ότι ο Βασικός Νόμος βρίσκεται στην κορυφή της ιεραρχίας των εγχώριων κανόνων δικαίου της Γερμανίας.
Είναι ανώτερος όλων των άλλων πηγών εγχώριου δικαίου και, όντας το σύνταγμα, είναι η πράξη από την οποία εξαρτάται ολόκληρη η γερμανική έννομη τάξη. Κάθε νομική διάταξη που θεσπίζεται στη Γερμανία πρέπει να είναι συμβατή με τον Βασικό Νόμο από άποψη τόσο τύπου όσο και ουσίας. Για το σκοπό αυτό, το άρθρο 20 παράγραφος 3 του Βασικού Νόμου προσδιορίζει ότι η νομοθετική εξουσία δεσμεύεται από τη συνταγματική τάξη, η δε εκτελεστική και δικαστική εξουσία από τον νόμο και τη δικαιοσύνη.
Επιπλέον, η νομοθετική, η εκτελεστική και η δικαστική εξουσία δεσμεύονται ειδικότερα από τα βασικά δικαιώματα που θεσπίζονται στα άρθρα 1 έως 19 του Βασικού Νόμου, τα οποία αποτελούν άμεσα εφαρμοστέο δίκαιο (άρθρο 1 παράγραφος 3).

Η υπεροχή του Βασικού Νόμου διαφυλάσσεται σε τελικό βαθμό από το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο.
Επίσης, ο Βασικός Νόμος περιβάλλει τον Καγκελάριο με ευρείες εξουσίες στη βασική κυβερνητική πολιτική.
Για αυτόν το λόγο, μερικοί παρατηρητές αναφέρονται στο γερμανικό πολιτικό σύστημα ως «καγκελαρική δημοκρατία».

 Μυστική συνθήκη υποταγής 

 Εκτός, όμως, από τον Βασικό Νόμο και πριν αυτός εγκριθεί, φέρεται να υπήρξε και μια μυστική Κρατική Συνθήκη με ημερομηνία 21 Μαΐου 1949, με την οποία οι Σύμμαχοι μετά τον πόλεμο εξασφάλισαν την εξουσία λήψεως αποφάσεων επί του γερμανικού κράτους, δηλαδή δήλωση υποταγής του εκάστοτε καγκελαρίου πριν αναλάβει τα καθήκοντά του, και έλεγχο όλων των μέσων επικοινωνίας (ΜΜΕ) μέχρι το έτος 2099.
 Αποκαλυπτικά για τη συμφωνία αυτή ήταν όσα αναφέρονται στα απομνημονεύματα του πρώην αρχηγού των γερμανικών Στρατιωτικών Μυστικών Υπηρεσιών (Militärischer Abschirmdienst, MAD), του στρατηγού Γκερντ-Χέλμουτ Κομόσσα.
Το βιβλίο του, που κυκλοφόρησε τον Ιούλιο του 2007 στην Αυστρία, είχε τίτλο Ο γερμανικός χάρτης (Die Deutsche Karte).
Σε αυτό ο απόστρατος στρατηγός μιλά για τις μεταπολεμικές σχέσεις μεταξύ Γερμανίας και ΗΠΑ.

 Η Γερμανία, γράφει, διαδραμάτιζε τον ταπεινωτικό ρόλο ενός υποτελούς των κρατών (σύμφωνα με την ορολογία του Ζμπίγκνιεφ Μπρεζίνσκι). Υπήρξε μια άκρως απόρρητη Κρατική Συνθήκη που υπογράφηκε στις 21 Μαΐου 1949 για να περιορίσει την κρατική κυριαρχία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας έως το 2099.

Στο βιβλιο του διαβάζουμε:

«Η Μυστική Κρατική Συνθήκης της 21ης Μαΐου 1949 κατατάχθηκε από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Πληροφοριών στην κατηγορία "αυστηρά απόρρητο".
Στο έγγραφο αυτό καθορίστηκαν οριστικά οι βασικές επιφυλάξεις των νικητών για την κυριαρχία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας μέχρι το έτος 2099, κάτι το οποίο σήμερα κατά πάσα πιθανότητα δεν γνωρίζει σχεδόν κανείς. Η συμφωνία αυτή προέβλεπε ότι:
   1. Ο κάθε καινούριος καγκελάριος έχει υποχρέωση να υπογράψει µε τις ΗΠΑ τη λεγόμενη Κάντσλερακτε, ένα απόρρητο έγγραφο, το περιεχόμενο του οποίου δεν γνωρίζει κανένας.
   2. Οι ΗΠΑ θα ελέγχουν ολοκληρωτικά όλα τα γερμανικά ΜΜΕ όπως: ραδιόφωνο, τηλεόραση, εφημερίδες, περιοδικά, τυπογραφεία και εκδόσεις και ακόµα τηλεφωνικές επικοινωνίες, το θέατρο, τον κινηματογράφο, τη μουσική, εκπαιδευτικά προγράµµατα κλπ. μέχρι το... 2099!
   3. Όλα τα αποθέματα χρυσού θα φυλάσσονται στις ΗΠΑ, στα υπόγεια της FED!».

 Ερωτηθείς αν οι δηλώσεις του βασίζονται στο έγγραφο Ρίκερμαν (Rickermann, το χαρτί της μυστικής συμφωνίας), ο στρατηγός απάντησε αμέσως μετά τη δημοσίευση των απομνημονευμάτων του θετικά.
Στη διάθεση του Κομόσσα βρίσκεται το εν αναφορά έγγραφο σε «φωτοτυπία».
Είπε ότι το είχε «υπηρεσιακά στη διάθεσή του και ότι του το είχε προωθήσει ένα αξιόπιστο άτομο». 

Ο παγκόσμιος τύπος και τα γερμανικά ΜΜΕ αγνόησαν τη συγκλονιστική αυτή είδηση – ή επιτέθηκαν άγρια εναντίον του στρατηγού.

Μόνο το Russia Today (RT), ο ρωσικός τηλεοπτικός σταθμός που μεταδίδεται σε εκατό χώρες, έκανε μια ουσιαστική παρέμβαση.
Ο RT τόνισε ότι προκλήθηκε τεράστια πίεση της κοινής γνώμης εναντίον του πρώην επικεφαλής της MAD. «Το αποτέλεσμα ήταν ο Κομόσσα να αρνηθεί να δώσει περαιτέρω συνεντεύξεις και μάλιστα να ζητήσει συγγνώμη για κάποια δυσάρεστα κεφάλαια στο βιβλίο του».

Συνεχίζεται....

Δεν υπάρχουν σχόλια: